H Ινώ Βαν Ντάικ-Μπαλτά εδώ και χρόνια κάνει γνωστούς και αγαπητούς τους καλύτερους Ολλανδούς συγγραφείς (μεταξύ αυτών και τον πολυμεταφρασμένο Χάρι Μούλις) στους Έλληνες αναγνώστες με τις άρτιες μεταφράσεις της. Ο Γιαν Βόλκερς (1925-2007) συγκαταλέγεται ανάμεσά τους. Συγγραφέας, γλύπτης και ζωγράφος, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της μεταπολεμικής ολλανδικής λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημα που παρουσιάζουμε εδώ, Λουκούμια, εκδόθηκε το 1969 και γνώρισε μεγάλη επιτυχία (έγινε ταινία από τον Πολ Βερχόφεν), μολονότι χαρακτηρίστηκε πολύ τολμηρό λόγω της ωμής γλώσσας του και της συνεχούς ενασχόλησης του κεντρικού ήρωα/αφηγητή με το σεξ κάθε μορφής. Σύμφωνα με το κείμενο στο οπισθόφυλλο, το μυθιστόρημα είναι το χρονικό ενός παράφορου πάθους, ουσιαστικά η εξιστόρηση της θυελλώδους σχέσης του συγγραφέα με τη δεύτερη γυναίκα του, την Ανεμαρί Νάουτα. Ωστόσο, η προσωπικότητα της κεντρικής ηρωίδας είναι φτιαγμένη από τους χαρακτήρες τριών γυναικών που ερωτεύτηκε ο συγγραφέας. Οι αιτιάσεις για των ωμή γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Βόλκερς νομίζουμε πως συνέβαλαν στην εμπορική επιτυχία του βιβλίου, το οποίο όμως δεν είναι πορνογράφημα, ούτε ερωτογράφημα, αλλά μια ποιητική περιγραφή αισθημάτων και καταστάσεων ανάμεσα σ’ ένα ζευγάρι γεμάτο δυναμισμό και αστείρευτη διάθεση για ζωή.
Στην πραγματικότητα, τούτο το μυθιστόρημα, που στηρίζεται σε αληθινές ιστορίες, αποτελεί ρέκβιεμ για τους χαμένους έρωτες, θρήνο για τις διαψευσμένες ελπίδες των ανθρώπων, οι οποίοι αγνοούν πόσο σκληρή είναι η ζωή, αυτή η ίδια η ζωή που τους χαρίζει ευτυχισμένες στιγμές.
Ο ήρωας αναπολεί τις στιγμές που έζησε δίπλα στην Όλγα. Το πρώτο κεφάλαιο αρχίζει με τη φράση: «Τα είχα βρει σκούρα από τότε που με εγκατέλειψε». Η φυγή της τον σημάδεψε, τον έκανε να χάσει τον ύπνο του, να μην έχει όρεξη για δουλειά και να αυνανίζεται κοιτώντας τις φωτογραφίες της. Συνεχώς αναρωτιέται τι πήγε στραβά, πώς έγινε και τον άφησε για έναν άλλον άντρα, που δεν ήταν καθόλου σπουδαίος. Την ίδια στιγμή, περιγράφει τις σύντομες και αδιάφορες περιπέτειές του με άλλες γυναίκες: «Πηδούσα τη μία γκόμενα μετά την άλλη. Τις έσερνα στη φωλιά μου, έβγαζα βιαστικά τα ρούχα τους και τις κάρφωνα με τον πούτσο μου μέχρι τελικής πτώσης». Ωστόσο, όπως είπαμε, αλλού οι περιγραφές του αφηγητή έχουν μια σπάνια ποιητικότητα που συγκινεί, ιδίως όταν μιλάει για οικόσιτα ζώα και πουλιά.
Σε κάθε σελίδα του βιβλίου είναι διάσπαρτες οι καίριες παρατηρήσεις του αφηγητή πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις. Μία από αυτές: «Δεν υπάρχει τίποτα πιο ελκυστικό για μια γυναίκα από έναν άντρα που υποφέρει από έναν χαμένο έρωτα». Ο ήρωας γνώρισε την Όλγα μια φορά που της έκανε οτοστόπ, την εποχή που σπούδαζε γλυπτική στο Άμστερνταμ. Επιδόθηκαν σε ερωτικές περιπτύξεις στο αμάξι της και σύντομα παντρεύτηκαν αποφεύγοντας να κάνουν παιδιά, διότι εκείνη είχε φόβο για τη μητρότητα. Εκτός από αυτούς τους δύο, στο μυθιστόρημα υπάρχουν ο πατέρας και η μητέρα της Όλγας, την οποία ο ήρωας παρουσιάζει ως μέγαιρα που κατέστρεψε τον γάμο τους. Διότι τα πρώτα ευτυχισμένα χρόνια τα διαδέχτηκαν χρόνια μιζέριας και φαγωμάρας. Ένας φίλος τού έγραψε: «Ζήσατε σκανδαλωδώς ευτυχισμένα και τώρα έφτασε απλώς το τέλος». Το γνωρίζουμε όλοι: οι ευτυχισμένοι γάμοι έχουν ημερομηνία λήξης. Όταν το ειδύλλιο τελείωσε, ο ήρωας άρχισε ν’ αναρωτιέται τι έφταιξε που όλα πήγαν κατά διαβόλου. Τι άλλαξε με το πέρασμα των χρόνων; Την απάντηση τη δίνει ο ίδιος: η Όλγα ήθελε ν’ απελευθερωθεί από την αγκαλιά του, που τη δυνάστευε. Κι ύστερα πήγαν σε δικηγόρο για την έκδοση του διαζυγίου με το αιτιολογικό την εκ μέρους της «διαπραχθείσα μοιχεία».
Το τέλος της Όλγας είναι θλιβερό, κάτι σαν τιμωρία για τις ασωτίες της. Ωστόσο, αυτό που αφήνει πικρή γεύση στον αναγνώστη είναι το οικτρό τέλος των ανθρώπινων σχέσεων που αρχικά φαίνεται πως θα μακροημερεύσουν. Ο ήρωας ομολογεί πως την αγαπούσε τόσο πολύ ώστε την είχε εξιδανικεύσει, ενώ είχε πάψει να είναι η ιδανική γυναίκα των ονείρων του. Στην πραγματικότητα, τούτο το μυθιστόρημα, που στηρίζεται σε αληθινές ιστορίες, αποτελεί ρέκβιεμ για τους χαμένους έρωτες, θρήνο για τις διαψευσμένες ελπίδες των ανθρώπων, οι οποίοι αγνοούν πόσο σκληρή είναι η ζωή, αυτή η ίδια η ζωή που τους χαρίζει ευτυχισμένες στιγμές.
του Φίλιππου Φιλίππου, diastixo.gr, 20.10.2015
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ
Το καλάθι σας είναι άδειο!