«Πάντα αναρωτιόμουν για τις ζωές των ανθρώπων που έβλεπα. Ωραία, τέλειωσε ο χτίστης το ρετιρέ, σε τι σπίτι γυρνάει; Πώς αγκαλιάζει ο “μπάτσος” και πώς ο κρατούμενός του; Η καλόγρια τι όνειρα βλέπει το βράδυ; Κάποια στιγμή άρχισα να ξεστρατίζω και να αναζητώ νέες εικόνες.
Το πάθος της παρατήρησης έγινε σιγά σιγά επάγγελμα. Θυμάμαι με πόση έκπληξη έζησα το 1989 την εξέγερση στο Κόσσοβο. Με είχαν στείλει από την Πρώτη με κομμουνιστικές οδηγίες. Να γράψω πόσο καλοί είναι οι μεν και πόσο κακοί είναι οι δε. Και εγώ έγραφα ότι δεν βλέπω κανένα καλό. Το ένα χωριό το έκαιγαν οι μουσουλμάνοι, το άλλο οι χριστιανοί, εγώ σε ποιο στρατόπεδο να μπω; Άλλωστε, αν το καλοσκεφτείς, αυτός είναι ο δημοσιογράφος. Ο τρίτος άνθρωπος σε έναν “πόλεμο”.
Τώρα που το ξανασκέφτομαι, αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να είχε έναν μεγαλύτερο τίτλο. “Εκατό ειδικοί συμβουλεύουν”, ή “Οδηγίες επιβίωσης”. Γιατί θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση: τα σκουπίδια τα ξέρει καλύτερα ο σκουπιδιάρης. Τον έρωτα οι ποιητές και οι πουτάνες. Τον θάνατο αυτοί που έχουν ανυπόφορα πονέσει. Τα ανθρώπινα δικαιώματα αυτοί που τα έχουν στερηθεί. Ειλικρινά πιστεύω ότι η ζωή μας θα ήταν καλύτερη αν μπορούσαμε να ακούμε αυτούς που έχουν ζήσει για αυτά που έχουν ζήσει. Σας το λέω εγώ, ο τυχερός, που πολλές φορές για μέρες ολόκληρες κοιμάμαι με διαφορετικές φωνές στα αυτιά μου. Και είναι φορές που γίνεται βουητό και προσπαθώ να το δαμάσω.
Την εύκολη απόφαση να βγάλω “ένα βιβλίο με τους Πρωταγωνιστές” διαδέχθηκε ένα δύσκολο ερώτημα: Με ποιους από όλους τους Πρωταγωνιστές; Αυτομάτως εξαίρεσα τους επαγγελματίες της επικοινωνίας. Πολιτικούς που έχουν απαντήσεις-κονσέρβες, επώνυμους που έκαναν πρόβες στον καθρέφτη πριν μου μιλήσουν. Και πάλι όμως έμειναν πολλοί. Σχεδόν τυχαία τελικά επέλεξα εκατό και τους έβαλα σε αυτό το βιβλίο. Οι υπόλοιποι πιστεύω ότι μπορούν να περιμένουν».
Σταύρος Θεοδωράκης
ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΓΡΑΨΑΝ:
Προβοκάτορες
Οταν το 1917 ο Μαρσέλ Ντυσάν παρουσίασε το περίφημο ουρητήριο ως έργο τέχνης με τίτλο «Πηγή», ήταν ένας πραγματικός προβοκάτορας (για την αισθητική, το κοινό γούστο, την κυρίαρχη άποψη για το τι είναι τέχνη κτλ.). Η πρόκληση του Ντυσάν έγινε κανόνας και από τότε η σύγχρονη τέχνη δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να επαναλαμβάνει την πρόκληση. Αλλά μια επαναλαμβανόμενη πρόκληση και μάλιστα θεσμοποιημένη παύει να προκαλεί. Επρεπε να περιμένουμε πολλά χρόνια, το 1993, όταν ένας άλλος καλλιτέχνης, ο αμφιλεγόμενος Πιερ Πινονσελί, ούρησε στην «Πηγή» του Μαρσέλ Ντυσάν σε μια έκθεση στη γαλλική πόλη Νιμ. Είχε δηλώσει ότι προέβη στην πράξη αυτή για να δείξει ότι το έργο του Ντυσάν είχε χάσει κάθε στοιχείο πρόκλησης. Με τη σειρά του ο Πινονσελί είχε γίνει προβοκάτορας, έστω κι αν το 1993 η πράξη του προκάλεσε την κατακραυγή του ιερατείου της μοντέρνας τέχνης.
Η κοινωνία του θεάματος οικειοποιήθηκε βέβαια την πρόκληση. Την έκανε συνταγή για να επιτύχει θεαματικότητες και ακροαματικότητες. Και φυσικά τη μετέτρεψε σε καρικατούρα, όπως διαπιστώνουμε όταν βλέπουμε στην εγχώρια τηλεόραση δήθεν προκλητικές εκπομπές, για παράδειγμα το «Ράδιο Αρβύλα».
Με τόση καρικατούρα και τόσο ξεφωνητό ο πραγματικός προβοκάτορας, ο πραγματικός προκλητικός είναι εκείνος που μας δείχνει την πραγματική ζωή και δίνει τον λόγο σε ανθρώπους- που δεν θα τον είχαν ποτέγια να μιλήσουν για τη δική τους ανθρώπινη συνθήκη. Γράφοντας αυτό σκέφτομαι τον Σταύρο Θεοδωράκη και την εκπομπή του «Πρωταγωνιστές», μια νησίδα προκλητικότητας μέσα στη στημένη σοβαροφάνεια και στη στημένη καρικατούρα του τηλεοπτικού τοπίου. Δεν αναφέρομαι τυχαία στον Θεοδωράκη. Κρατώ στα χέρια μου το βιβλίο του Οι άνθρωποί μου, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ποταμός, μια συλλογή ανθρώπινων ιστοριών, απ΄ αυτές που ο Θεοδωράκης έχει δημοσιεύσει στην εφημερίδα Τα Νέα ή έχει μεταδώσει στην τηλεοπτική εκπομπή του. Το προκλητικό σ΄ αυτό το βιβλίο είναι ότι ο Θεοδωράκης κατορθώνει να αναδείξει την αλήθεια αληθινών ανθρώπων και να μας δείξει φέτες ζωής πολλές από τις οποίες είναι είτε ημιφωτισμένες είτε στο σκοτάδι. «Οι ειδικοί λένε ότι η μισή μας ζωή καθορίζεται στους εννιά πρώτους μήνες της ζωής μας. Η δική μου ανακάλυψη είναι ότι η υπόλοιπη μισή καθορίζεται από τους ανθρώπους που μας ψιθυρίζουν ιστορίες» γράφει ο Θεοδωράκης. Και αυτοί που του ψιθυρίζουν ιστορίες είναι πολλοί και απρόβλεπτοι. Ανθρωποι της διπλανής πόρτας αλλά και άνθρωποι αθέατοι. Ανθρωποι γνωστοί αλλά και άγνωστοι. Κανείς όμως από τους λεγόμενους ανθρώπους της επικοινωνίας.
του Νίκου Μπακουνάκη, Το Βήμα, Παρασκευή, 24 Δεκεμβρίου 2010
Οι άνθρωποι του Σταύρου Θεοδωράκη
Σεμνότητα και ευπροσηγορία
Από αυτόν τον ποταμό εξομολογήσεων (λιγότερο ή περισσότερο αυθόρμητων) στάθηκα ιδιαίτερα στην de profundis συνομιλία του νεκραναστημένου διπλωμάτη Γρηγόρη Παπαδόπουλου, που ταξίδευε με το μοιραίο Φάλκον, το οποίο, πέφτοντας στις 14 Σεπτεμβρίου του 1999, στέρησε τη ζωή από τον τότε αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών Γιάννο Κρανιδιώτη και άλλους συνεπιβάτες του. Αντιγράφω κάποιες ερωταποκρίσεις από τη σελ. 101, για την αμεσότητα, την ειλικρίνεια, την απλότητα και την ανθρωπιά τού ομιλούντος προσώπου:
Θα γράψετε κάποιο βιβλίο για όλα αυτά που ζήσατε;
Οταν ήμουν πολύ πιο νέος, έγραφα. Τώρα τα βλέπω και λέω πώς ήμουν έτσι δεκαεπτά χρονώ. Αλλά τώρα πια μ' αρέσει να διαβάζω αυτά που γράφουν άλλοι. [...]
Πώς κοιμάστε τα βράδια;
Τέλεια. Εχω τύψεις καμιά φορά για πράγματα που δεν έκανα, αλλά όχι όταν κοιμάμαι. Κοιμάμαι ήσυχα. [...]
Την ημέρα που βγήκατε από το κώμα, που επανήλθατε, τι θυμάστε;
Επειδή μου αρέσει πολύ η όπερα και τρελαίνομαι για τη Μαρία Κάλλας, μου έβαλαν ένα cd και με ρώτησαν «Ποια είναι αυτή;». Αναγνώρισα αμέσως τη φωνή της και αντέδρασα. «Η Κάλλας», είπα. «Ξύπνησε», είπαν όλοι μαζί οι γιατροί. Είναι κι αυτό που λέω, ότι η φωνή της Κάλλας ζωντανεύει και πεθαμένους.
Ποιο ρόλο της Κάλλας είχαν επιλέξει;
Τη Sonnambula, από την «Υπνοβάτιδα» του Μπελίνι.
Οι γιατροί περίμεναν ότι θα πεθάνετε;
Ή ότι θα μείνω φυτό. Και μετά είπαν «σκίζουμε τα πτυχία μας». Γι' αυτό σας δίνω και αυτήν τη συνέντευξη. Θέλω να δώσω μια ελπίδα σε αυτούς που τους έχουν ξεγράψει.
Και μετά που συνήλθατε, περίμεναν ότι δεν θα σηκωθείτε;
Περίμεναν ότι δεν θα δουλεύει το μυαλό μου.
Συνεχώς τους διαψεύδετε.
Δεν το κάνω επίτηδες.
Κάνετε προσπάθεια όμως.
Οπως λέει και μια κινεζική παροιμία: «Το ταξίδι ενός εκατομμυρίου χιλιομέτρων αρχίζει με ένα βήμα», και εγώ έχω κάνει ήδη δέκα βήματα.
Σεμνότητα και ευπροσηγορία είναι τα χαρακτηριστικά του Σταύρου Θεοδωράκη, όταν προσεγγίζει τους ανθρώπους, προσπαθώντας να ξεκλειδώσει τα μυστικά τους, εκείνα που οδηγούν στο μύχιο κομμάτι της ύπαρξης, όπου είμαστε ο αληθινός εαυτός μας, κι όχι η εικόνα που περισσότερο μας βολεύει ή μας αρέσει, όπως αντικατοπτρίζεται στα λαίμαργα βλέμματα των άλλων. Η κολακεία έθρεψε την αλαζονεία πολλών, ποτέ δεν ωφέλησε, όμως, στην αυτογνωσία τους.
Αλλά ας αφήσουμε τον ίδιο τον διακεκριμένο δημοσιογράφο να μας ιστορήσει το «γιατί» και το «πώς» αυτής της συγγραφικής περιπέτειας:
«Πάντα αναρωτιόμουν για τις ζωές των ανθρώπων που έβλεπα. Ωραία, τέλειωσε ο χτίστης το ρετιρέ, σε τι σπίτι γυρνάει; Πώς αγκαλιάζει ο "μπάτσος" και πώς ο κρατούμενός του; Η καλόγρια τι όνειρα βλέπει το βράδυ; Κάποια στιγμή άρχισα να ξεστρατίζω και να αναζητώ νέες εικόνες.
Το πάθος της παρατήρησης έγινε σιγά σιγά επάγγελμα. Θυμάμαι με πόση έκπληξη έζησα το 1989 την εξέγερση στο Κόσοβο. Με είχαν στείλει από την "Πρώτη" με κομμουνιστικές οδηγίες. Να γράψω πόσο καλοί είναι οι μεν και πόσο κακοί είναι οι δε. Και εγώ έγραφα ότι δεν βλέπω κανένα καλό. Το ένα χωριό το έκαιγαν οι μουσουλμάνοι, το άλλο οι χριστιανοί, εγώ σε ποιο στρατόπεδο να μπω; Αλλωστε, αν το καλοσκεφτείς, αυτός είναι ο δημοσιογράφος. Ο τρίτος άνθρωπος σε έναν "πόλεμο".
Τώρα που το ξανασκέφτομαι, αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να είχε έναν μεγαλύτερο τίτλο. "Εκατό ειδικοί συμβουλεύουν" ή "Οδηγίες επιβίωσης". Γιατί θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση: τα σκουπίδια τα ξέρει καλύτερα ο σκουπιδιάρης. Τον έρωτα οι ποιητές και οι πουτάνες. Τον θάνατο αυτοί που έχουν ανυπόφορα πονέσει. Τα ανθρώπινα δικαιώματα αυτοί που τα έχουν στερηθεί. Ειλικρινά πιστεύω ότι η ζωή μας θα ήταν καλύτερη αν μπορούσαμε να ακούμε αυτούς που έχουν ζήσει γι' αυτά που έχουν ζήσει. Σας το λέω εγώ, ο τυχερός, που πολλές φορές για μέρες ολόκληρες κοιμάμαι με διαφορετικές φωνές στα αυτιά μου. Και είναι φορές που γίνεται βουητό και προσπαθώ να το δαμάσω.
Την εύκολη απόφαση να βγάλω "ένα βιβλίο με τους Πρωταγωνιστές" διαδέχτηκε ένα δύσκολο ερώτημα: Με ποιους από όλους τους Πρωταγωνιστές; Αυτομάτως εξαίρεσα τους επαγγελματίες της επικοινωνίας. Πολιτικούς, που έχουν απαντήσεις-κονσέρβες, επώνυμους, που έκαναν πρόβες στον καθρέφτη πριν μου μιλήσουν. Και πάλι, όμως, έμειναν πολλοί. Σχεδόν τυχαία τελικά επέλεξα εκατό και τους έβαλα σε αυτό το βιβλίο. Οι υπόλοιποι πιστεύω ότι μπορούν να περιμένουν».
από τον Κωνσταντίνο Μπούρα, Ελευθεροτυπία-Βιβλιοθήκη, Σάββατο, 26 Φεβρουαρίου 2011